Concept information
Preferred term
Type
-
http://www.eionet.europa.eu/gemet/2004/06/gemet-schema.rdf#Group
-
Collection
Belongs to group
- gemet:groupCollection (gemet)
Belongs to array
Group members
- adaptive capacity (en)
- ASEAN (Ένωση Κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας)
- carbon sequestration (en)
- climate change mitigation (en)
- climate regulation (en)
- decoupling (en)
- emission allowance trading (en)
- environment reporting (en)
- indirect greenhouse gas emissions (en)
- infectious waste (en)
- rural development policy (en)
- World Health Organization (en)
- άδεια
- άδεια αλιείας
- άδεια εισαγωγής
- άδεια εισαγωγής αποβλήτων
- άδεια κυνηγίου
- αιτιολόγηση (αιτιολογικό) των διοικητικών πράξεων
- ακτοφυλακή
- αλιευτική πολιτική
- άμυνα
- αναγνώριση προϊόντος
- αναπτυξιακή βοήθεια
- αναπτυξιακή πολιτική
- αναπτυξιακός σχεδιασμός
- ανεπίσημη (άτυπη) διαπραγμάτευση
- ανθρωπιστική βοήθεια
- ανίχνευση
- αντισταθμιστικό μέτρο
- αξιολόγηση αποτελεσματικότητας
- αξιολόγηση προϊόντων
- αξίωση για επανόρθωση
- απαγόρευση
- απαγόρευση διασκορπισμού των ακάθαρτων υδάτων
- απαγόρευση των CFC και των halons
- απόδοση
- αποζημίωση
- αποζημίωση(εις)
- αποκατάσταση
- αποκέντρωση
- απομόνωση
- αποτελεσματικότητα πολιτικής
- αποτροπή
- αρμόδιος φορέας
- αρμοδιότητα υπουργού
- αρχή (οργανισμός) τοπικής αυτοδιοίκησης
- αρχή της προφύλαξης
- αρχή της συνεργασίας
- αστυνομία
- αστυνομική εξουσία (αρχή)
- ασύμβατη (αντικρουόμενη) χρήση
- βελτίωση της αποτελεσματικότητας
- βιομηχανική ανάπτυξη
- βιομηχανική πολιτική
- βιομηχανικός προγραμματισμός
- γεωργική πολιτική
- γραφειοκρατικοποίηση
- δασική πολιτική
- δελτίο αποστολής
- δημοκρατία
- δήμος
- δημόσιο (κρατικό) ίδρυμα
- δημόσιο (κρατικό) ίδρυμα διοικητικού χαρακτήρα
- δημόσιο (κρατικό) ίδρυμα εμποροβιομηχανικού χαρακτήρα
- δημόσιο λειτούργημα
- διαβούλευση
- διαδικασία καταχώρησης
- διαδικασία λήψης αποφάσεων
- διαδικασία σύνταξης εκθέσεων
- διαπραγματεύσιμη άδεια
- Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον
- διαστημική πολιτική
- διατήρηση της ειρήνης
- διαχείριση
- διαχείριση αλυσίδας
- διαχείριση ανθρώπινων οικισμών
- διαχείριση της πόλης
- διαχείριση τουριστικών δραστηριοτήτων
- διεθνείς περιβαλλοντικές σχέσεις
- διεθνείς σχέσεις
- Διεθνές Δικαστήριο
- Διεθνές Νομισματικό Ταμείο
- διεθνής βοήθεια (υποστήριξη)
- διεθνής διαμάχη (σύγκρουση)
- διεθνής εναρμόνιση
- διεθνής ισορροπία
- διεθνής οργανισμός
- διεθνής πολιτική
- διεθνής συμφωνία
- διεθνής συναλλαγή
- διεθνής συνεργασία
- δικαιοδοσία
- δικαίωμα αναφοράς
- δικαίωμα αποζημίωσης (επανόρθωσης)
- δικαίωμα εκπομπής
- δικαίωμα κυριότητας (ιδιοκτησίας)
- δικαίωμα προσβάσεως
- δικαιώματα προστασίας του δικαιώματος
- δικαστήριο
- δικαστήριο
- Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
- δικαστικό σώμα
- διοίκηση
- (διοικητική) αποκέντρωση
- διοικητική αρμοδιότητα
- διοικητική διαδικασία
- διοικητική δικαιοδοσία
- διοικητική κύρωση
- διοικητική πράξη
- διοικητικό διάταγμα
- διοικητικό δικαστήριο (διοικητική αρχή)
- διοικητικό όργανο
- διοικητικό(ς) όργανο (φορέας) αρμόδιο(ς) για το περιβάλλον
- διοικητικός φορέας
- δύναμη (όπλο) αποτροπής
- εγγύηση (διασφάλιση) ποιότητας
- εγκατάσταση για την οποία απαιτείται έγκριση
- έγκριση
- έγκριση των εγκαταστάσεων
- εγκύκλιος αλληλογραφία
- εθνικοποίηση (κρατικοποίηση)
- εθνικός σχεδιασμός
- ειδική άδεια
- ειδοποίηση
- εισαγγελία
- εκβιομηχάνιση
- εκπαιδευτική πολιτική
- εκπαιδευτικό ίδρυμα
- εκπαιδευτικός προγραμματισμός
- εκπομπή αερίων θερμοκηπίου
- εκπροσώπηση
- εκχώρηση
- ελεγκτική αρχή
- έλεγχος οχημάτων
- εμπορικές σχέσεις
- εμπορική πολιτική
- εμπορικός φραγμός
- εναρμόνιση της νομοθεσίας
- ενεργειακή πολιτική
- έννομο δικαίωμα
- ένοπλες δυνάμεις
- εντολή
- εξαγωγική άδεια
- εξέταση (διερεύνηση) φακέλων (αρχείων)
- εξουσιοδότηση
- εξωτερική πολιτική
- επαρχία
- επαρχιακή/περιφερειακή αρχή [Γερμανία]
- επιβολή
- επιβολή του νόμου
- επιθεώρηση
- επικουρική αρχή
- επίπεδο δημοτικής αρχής
- επίσημο καθήκον
- επιστασία οικοδομικών έργων (εργοταξίου)
- επιστημονική επιτροπή
- επιστημονική συνεργασία
- επιτήρηση εγκαταστάσεων
- εποπτεύων φορέας
- ευθύνη
- ευθύνη της κυβέρνησης
- Ευρατόμ
- Ευρωπαϊκές Κοινότητες
- Ευρωπαϊκή Ένωση
- Ευρωπαϊκή Επιτροπή
- Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (ΔΕΚ)
- Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
- Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο
- Ευρωπαϊκό Περιβαλλοντικό Συμβούλιο
- Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος
- εφαρμογή πολιτικής
- εφαρμογή του περιβαλλοντικού δικαίου
- Ηνωμένα Έθνη
- θεσμική δομή
- θεσμική (θεσμοθετημένη) δραστηριότητα
- θεσμοποίηση
- ιδιωτικοποίηση
- καταγραφή
- κατάληψη, αιφνίδια προσβολή, σύλληψη, κατάσχεση
- κατ' ανάθεση διαχείριση
- καταστατικός δημόσιος φορέας
- καταστολή
- κατευθυντήρια γραμμή πολιτικής
- Κάτω Βουλή
- κεντρική κυβέρνηση (διοίκηση)
- κερδοσκοπία
- κλείσιμο
- κλείσιμο επιχείρησης
- κοινή γεωργική πολιτική
- κοινή δασμολογική πολιτική
- κοινή εμπορική πολιτική
- κοινοβουλευτική συζήτηση
- Κοινοβούλιο
- κοινωνική πολιτική
- κομητεία (περιφέρεια)
- κρατικός έλεγχος
- κριτήριο αξιολόγησης
- κτηματολόγιο
- κτηματολόγιο
- κυβέρνηση (υπουργικό συμβούλιο)
- κυβερνητική πολιτική
- κύρωση
- μέσο (άσκησης) πολιτικής
- μη κυβερνητική οργάνωση (ΜΚΟ)
- Μικρά Νησιά (πολιτική γεωγραφία)
- μορφή διακυβέρνησης
- νομοθετική αρμοδιότητα
- νομοθετική αρχή
- νομοθετική διαδικασία
- νομοθετική διαδικασία για περιβαλλοντικά θέματα
- νομοθετικό σώμα
- νω Βουλή
- οικοδομική άδεια
- οικοδομική άδεια
- οικολογική ανθεκτικότητα
- οικολογική ικανότητα
- οικολογικό σήμα
- οικολογικό σήμα της ΕΚ
- οικονομική βοήθεια
- οικονομική περιοχή
- οικονομικός σχεδιασμός
- ολοκλήρωση πολιτικής
- ομοσπονδιακή αρχή
- ομοσπονδιακή κυβέρνηση
- οργανισμός (οργάνωση) για τη διατήρηση της φύσης
- οργανισμός προστασίας του περιβάλλοντος
- οργανισμός (υπηρεσία) προστασίας του περιβάλλοντος
- ορθή διαχείριση
- παροχή συμβουλών πολιτικής
- περιβαλλοντική άδεια
- περιβαλλοντική διακυβέρνηση
- περιορισμός στη χρήση
- περιορισμός της παραγωγής
- περιορισμός του εμπορίου
- περιοριστική πρακτική εμπορίου
- περιφέρεια
- περιφερειακή ανάπτυξη
- περιφερειακή αρχή
- περιφερειακή δομή
- περιφερειακή πολιτική
- περιφερειακός σχεδιασμός
- πηγή (λόγος) ανησυχίας
- πλαίσιο πολιτικής
- ποινική κύρωση
- πολεοδομική πολιτική
- πολιτεία
- πολιτική
- πολιτική για την αλλαγή του κλίματος
- πολιτική για την παραγωγή
- πολιτική για τον κατασκευαστικό τομέα
- πολιτική διεύρυνσης
- πολιτική εξουσία
- πολιτική επικοινωνιών (για τις επικοινωνίες)
- πολιτική (επιστήμη)
- πολιτική μεταφορών
- πολιτική οργάνωση
- πολιτική στον τομέα της έρευνας
- πολιτική στον τομέα της παροχής βοήθειας
- πολιτική στον τομέα των επιστημών
- πολιτική συνεργασίας
- πολιτική της ΕΚ
- πολιτική της εταιρείας
- πολιτική της τοπικής αυτοδιοίκησης
- πολιτική χημικών ουσιών
- πολιτικό δόγμα
- πολιτικό κόμμα
- πολιτιστική πολιτική
- πολυμερής συμφωνία
- (προ)ειδοποίηση
- προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή
- πρόσβαση σε διοικητικά έγγραφα
- πρόσβαση στην θάλασσα
- πρόσβαση του κοινού σε έκταση γης
- προσωπική (ιδία) ευθύνη
- προσωρινή απόφαση
- προώθηση του εμπορίου και της βιομηχανίας
- ρυθμιστική αρχή για θέματα ύδρευσης
- στάθμιση συμφερόντων
- συγκέντρωση
- σύγκριση προϊόντων
- σύγκρουση στόχων
- σύγκρουση συμφερόντων
- σύμβαση διαχείρισης
- συμβουλές (υποδείξεις) για την προστασία του περιβάλλοντος
- συμβουλευτικό όργανο της κυβέρνησης
- Συμβούλιο της ΕΕ
- Συμβούλιο Υπουργών της ΕΚ
- συμφωνία (διοικητικής φύσεως)
- συνεργασία
- συνεργασία για την ανάπτυξη
- συνεταιρισμός (εταιρική σχέση) ιδιωτών-δημοσίου
- συντονισμός
- σχεδιασμός
- σχεδιασμός ελάχιστου κόστους
- σχεδιασμός (χάραξη) πολιτικής
- σχέδιο νόμου
- σχέσεις Ανατολής-Δύσης
- ταξινόμηση
- ταξινόμηση αποβλήτων
- ταξινόμηση της χρήσης γης
- τεχνική διοίκησης
- τοπική αυτοδιοίκηση
- τοπική αυτοδιοίκηση
- τροποποίηση νόμου
- υποστήριξη για τη λήψη αποφάσεων
- υπουργείο
- υποχρέωση επισήμανσης
- υποχρέωση καταχώρησης
- υποχρέωση πληροφόρησης
- υποχρεωτική χρήση
- χερσαία πρόσβαση
- (χρηματική) αποζημίωση
- (χρηματική) ποινή για οικολογική καταστροφή
- ψήφισμα (πράξη)
- ψηφοφορία
- ωομοθετική διδικασία
In other languages
-
Arabic
-
Armenian
-
Azerbaijani
-
Basque
-
Bulgarian
-
Catalan
-
Croatian
-
Czech
-
Danish
-
Dutch
-
English
-
Estonian
-
Finnish
-
French
-
Georgian
-
German
-
Hungarian
-
Irish
-
Italian
-
Latvian
-
Lithuanian
-
Maltese
-
Norwegian
-
Polish
-
Portuguese
-
Romanian
-
Russian
-
Slovak
-
Slovenian
-
Spanish
-
Swedish
-
Turkish
-
Ukrainian